Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

ΚΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ ... ΦΙΛΕ ΜΕΓΑΛΕ ΕΛΛΗΝΑ ΑΛΚΕΤΑ ΠΑΝΑΓΟΥΛΙΑ !!!




panagoulias
Δημοσιεύτηκε στις 19/06/2012
Ο Αλκέτας Παναγούλιας, ο άνθρωπος που έδειξε τον δρόμο της διάκρισης στους Έλληνες ποδοσφαιριστές και τους έκανε να πιστέψουν ότι τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο, δίνοντας, πάντα, πρωταρχική σημασία στη ψυχολογία του ποδοσφαιριστή, δεν είναι πια κοντά μας.
Τα ξημερώματα ταξίδεψε από το σπίτι του στην Ουάσινγκτον των ΗΠΑ, σε ηλικία 78 ετών, αλλά, αυτή τη φορά, για αυτόν τον πολίτη του κόσμου, δεν υπάρχει επιστροφή. Νικημένος από τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε τελευταία, ξεψύχησε, αλλά, δεν έσβησε. Πάντα θα θυμόμαστε τον προπονητή, τον άνθρωπο, τον δάσκαλο, τον φίλο Αλκέτα Παναγούλια από τον οποίο οι Έλληνες ποδοσφαιριστές έμαθαν πολλά.
Πέρασε στην ιστορία ως ο προπονητής που οδήγησε την Εθνική μας ομάδα, για πρώτη φορά, σε τελική φάση Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, το 1980, όπως και σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου, το 1994. Ανακηρύχθηκε ως ο καλύτερος Έλληνας προπονητής της τελευταίας 50ετίας. Βραβεύθηκε στην Γιορτή του Ποδοσφαιριστή, από τον ΠΣΑΠ στις 21 Δεκεμβρίου 1987, ως ο καλύτερος προπονητής της χρονιάς, για όσα είχε πετύχει με τον Ολυμπιακό, ενώ τιμήθηκε από τον Σύνδεσμο μας στις 17 Ιανουαρίου 1994 για όσα πέτυχε ως προπονητής της Εθνικής μας ομάδας, που είχε εξασφαλίσει, με εκείνον στο τιμόνι της τεχνικής ηγεσίας, την παρουσία της στο Παγκόσμιο Κύπελλο που φιλοξενήθηκε στις ΗΠΑ.
Χαρισματικός άνθρωπος, με τεράστιες δυνατότητες στον τομέα της επικοινωνίας, αλλά και πάντα φιλόδοξος κι αισιόδοξος, ο Αλκέτας Παναγούλιας, πάντα, μιλούσε με τα καλύτερα και πιο θερμά λόγια για την αξία και τις προοπτικές του Έλληνα ποδοσφαιριστή. Προσέφερε πολλά, αναγνωρίζοντας ότι η απόσταση ανάμεσα στο θρίαμβο και την καταστροφή είναι πάρα πολύ μικρή. Χάρη στον Αλκέτα Παναγούλια, γνωρίσαμε στιγμές δόξας που δε θα ξεχάσουμε ποτέ, συνειδητοποιήσαμε, για πρώτη φορά, ότι αξίζουμε πιο πολλά.
Φίλε Αλκέτα, σε ευχαριστούμε για όλα.
Στο καλό…
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΣΑΠ / ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΙΛΟ ΣΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ - ΑΘΛΗΤΙΚΟΓΡΑΦΟ ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΟΒΑΤΖΗ 

Ο κοσμοπολίτης Αλκέτας

Ο Κώστας Καίσαρης γράφει για τον Αλκέτα Παναγούλια που γνώρισε. Έναν άνθρωπο που έβλεπε ποδόσφαιρο, αφ υψηλού. Που δεν ήξερε πολλή μπάλα, αλλά είχε την προσωπικότητα και τη γνώση να χειρίζεται τους ποδοσφαιριστές.
Θεωρητικά ο Αλκέτας Παναγούλιας είναι ο πλέον πετυχημένος Έλληνας προπονητής. Το ότι πήγε το 1980 την Εθνική Ελλάδος, για πρώτη φορά στα τελικά του τότε Κυπέλλου Εθνών, των 8 μάλιστα ομάδων, τα λέει όλα. Και στη συνέχεια, το 1994 την πήγε στο Μουντιάλ της Αμερικής. Έστω και με την έμμεση αβάντα της ΦΙΦΑ, που πέταξε έξω από τον προκριματικό όμιλο τη Σερβία.

Θυμάμαι την επιστροφή της ομάδας από το επικό 1-0 στη Δανία και τον Νίκο Σαργκάνη που είχε παίξει βασικός από σπόντα να παίρνει το παρατσούκλι του Φάντομ. Τότε δούλευα στον Ριζοσπάστη κι έκανα μεταξύ όλων των άλλων και ρεπορτάζ Εθνικής Ομάδας. Ο Αλκέτας Παναγούλιας, δεν ήταν αυτό που λέμε ποδοσφαιράνθρωπος.
Ούτε καν ασχολείτο με την ενδεκάδα της αντίπαλης ομάδα που έπαιζε κάθε φορά. Ούτε καν ήξερε ποια είναι τα ονόματα των καλύτερων ποδοσφαιριστών της. Αυτό που έκανε τη διαφορά στον Παναγούλια ήταν η προσωπικότητά του. Η κολτούρα του.
Μίλαγε θαυμάσια τα ελληνικά κι έχοντας ζήσει στην Αμερική όπου σταμάτησε την καριέρα του σαν ποδοσφαιριστής.Ήξερε πολύ καλά και τα εγγλέζικα. Οι κακεντρεχείς μάλιστα τον αποκαλούσαν "διερμηνέα". Επειδή είχε διατελέσει βοηθός του Εγγλέζου Ομοσπονδιακού προπονητή, Μπίλι Μπίγκαμ στο ξεκίνημα της ενασχόλησής του με την προπονητική.

Ο μετρ της ψυχολογίας

Το μεγαλύτερο του πλεονέκτημα ήταν ότι ήξερε να φτιάχνει την ψυχολογία των ποδοσφαιριστών. Χωρίς να τους λέει για συστήματα και τακτικές. Αμέσως μετά πήγε στον Ολυμπιακό στα μέσα της σεζόν 1980-81. Ο Παναθηναϊκός στη βαθμολογία ήταν σίγουρος πρωταθλητής. Ο Ολυμπιακός του Παναγούλια έκανε ένα εντυπωσιακό ντεμαράζ και στο μπαράζ στο Βόλο, κέρδισε 2-1 και πήρε το πρωτάθλημα.
Ο Αλκέτας Παναγούλιας, είχε τη συνήθεια να κάνει την ομιλία του στους ποδοσφαιριστές, πριν από τα παιχνίδια παρουσία των δημοσιογράφων. Εκείνη τη σεζόν σε ματς στην Κόρινθο, με την τοπική ομάδα, οι οδηγίες του ήταν σαφείς και ξεκάθαρες: "Δεν έχουμε να πούμε πολλά. Είμαστε ο Ολυμπιακός. Είσαστε ο Αναστόπουλος, ο Μητρόπουλος  Μπαίνουμε στο γήπεδο και κερδίζουμε"
Μια άλλη προσφιλής ατάκα του ήταν η εξής: "Αν εμείς σκεφτόμαστε πως θα παίξει (π.χ ο Πανιώνιος) αυτοί σκεφτόμενοι τον αγώνα εναντίον μας δεν θα πρέπει να κοιμούνται για δέκα ημέρες"
Όπως σε κάθε προπονητή, έτσι και για τον Αλκέτα Παναγούλια, δεν υπήρχε μόνο ο ανήφορος. Υπήρχε και ο κατήφορος.
Ο Νταϊφάς πουλάει τον Νίκο Αναστόπουλο στη Αβελίνο και η ομάδα πάει με τον Παναγούλια το καλοκαίρι  του 86 για προετοιμασία και φιλικά στην Αμερική. Ξεκινάει το πρωτάθλημα και ο Ολυμπιακός είναι τραγικός. Φτάνει μάλιστα στο σημείο να κινδυνεύει με υποβιβασμό.

Ο θρίαμβος και η ...εκδρομή του 94

Ο Αλκέτας Παναγούλιας θα πάρει τη ρεβάνς την επόμενη δεκαετία. Όταν  επιστρέφει στην Εθνική Ομάδα και την οδηγεί στα τελικά του Μουντιάλ της Αμερικής το 1994. Η ομάδα όμως, όπως αποδεικνύεται, πάει στην Αμερική περισσότερο για εκδρομή και λιγότερο για να παίξει ποδόσφαιρο. Ο Παναγούλιας εμπιστεύεται τους γηρασμένους πλέον ποδοσφαιριστές που είχαν πάρει την πρόκριση, τους οποίους υπό την αιγίδα της ΕΠΟ, τρέχουν στις δεξιώσεις για την Ομογένεια. Η παιδική αυτή χαρά γνώρισε τη συντριβή και στα τρία παιχνίδια, με τον Αλκέτα Παναγούλια να πρωταγωνιστεί σε ντοκιμαντέρ του BBC με κρυφή κάμερα μέσα στα αποδυτήρια της Εθνικής: "Τι σας ζητάει ο μαλάκας ο προπονητής; Ένα γκολ".

Αν για τους προπονητές ισχύει το όπου γης και πατρίς, για τον Αλκέτα Παναγούλια ήταν δόγμα. Πέρασε για ένα φεγγάρι από κι από τον Λεβαδειακό του Σκλαπάνη, με τις κακιές γλώσσες να λένε ότι έστελνε τις οδηγίες για την προετοιμασία με φαξ από την Αμερική. Μια Αμερική όμως που του εμπιστεύτηκε τη θέση του Ομοσπονδιακού της προπονητή. Ξαναλέω ότι ο Αλκέτας Παναγούλιας δεν ήταν ο κλασικός ποδοσφαιράνθρωπος.
Περισσότερο ήταν ένας κοσμοπολίτης. Και πολιτικοποιημένος μάλιστα με ισχυρούς δεσμούς με τη Νέα Δημοκρατία. Ήταν ευχάριστο να μιλάς μαζί του και είχε πολλά να πει. Κι είχε πάρα πολύ ενδιαφέρον, όταν δεν μίλαγε για ποδόσφαιρο.